- ιανσενισμός
- ὁη αιρετική διδασκαλία τού Ολλανδού θεολόγου Κορνηλίου Ιάνσεν κατά τα τέλη τού 16ου με αρχές τού 17ου αιώνα.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. jansenism < γαλλ. jansenisme < όνομα τού Cornells Jansen). Η λ. μαρτυρείται από το 1873 στον Παναγ. Α. Καββαδία].
Dictionary of Greek. 2013.